ἀποικοδομεῖ

ἀποικοδομεῖ
ἀποικοδομέω
cut off by building
pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic aeolic)
ἀποικοδομέω
cut off by building
pres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic)
ἀποικοδομέω
cut off by building
pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic)
ἀποικοδομέω
cut off by building
pres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • θρέψη — Η εισαγωγή στους έμβιους οργανισμούς των απαραίτητων ουσιών για τη συντήρησή τους. (Βιολ.) Η θ. αποτελεί πρωταρχική ιδιότητα των ζωντανών οργανισμών. Η ζωντανή ύλη έχει τη δυνατότητα να προσλαμβάνει και να αποικοδομεί τα ξένα μόρια και έτσι να… …   Dictionary of Greek

  • πρωτεϊνάση — η, Ν (βιοχ.) κάθε ένζυμο που αποικοδομεί τις πρωτεΐνες, διασπώντας τους εσωτερικούς πεπτικούς δεσμούς και παράγοντας πεπτίδια, αλλ. πρωτεάση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. proteinase < protein (βλ. πρωτεΐνη) + κατάλ. ase] …   Dictionary of Greek

  • χιτινάση — η, Ν (βιοχ.) ένζυμο τής ομάδας τών γλυκανοϋδρολασών, το οποίο αποικοδομεί την χιτίνη σε χιτοβιόζη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chitinase < χιτίνη + κατάλ. άση τής χημ. ορολογίας] …   Dictionary of Greek

  • ιντερφερόνες — Oυσίες πρωτεϊνικής φύσης, που παράγονται από τα κύτταρα όλων των σπονδυλωτών, όταν αυτά μολυνθούν με οποιονδήποτε ιό. Οι ουσίες αυτές επιδρούν στα γειτονικά κύτταρα, τα οποία αποκτούν ένα είδος πρόσκαιρης ανοσίας προς οποιονδήποτε ιό και επομένως …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”